τιβούχινα

τιβούχινα
και τιβουχίνα, η, Ν
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια μελαστοματίδες τής τάξης μυρτώδη και περιλαμβάνει 350 περίπου είδη θαμνωδών, ημιθαμνωδών και ποωδών φυτών τα οποία είναι ιθαγενή τής τροπικής Αμερικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tibouchina < tibouch, ιθαγενής ονομ. τής Γουιάνας].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”